- χειλανθή
- Μία από τις πολυάρθιμες οικογένειες των δικοτυλήδονων φυτών, γνωστή και ως οικογένεια των λαμπιατών. Τα χ. είναι όλα σχεδόν ποώδη ή φρυγανώδη, ιθαγενή των εύκρατων περιοχών. Πολλά είδη τους φυτρώνουν στις παραμεσόγειες περιοχές, από την Ιβηρική χερσόνησο έως τη Μικρά Ασία. Ο βλαστός τους είναι τετραγωνικός και τα φύλλα αντίθετα ή κατά σπονδύλους. Τα άνθη τους είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικά: η συμπέταλη (γαμοπέταλη) στεφάνη τους, σωληνοειδής στη βάση, προεκτείνεται σε ένα δίχειλο λάρυγγα, στο μεγαλύτερο ποσοστό των χ., ή μονόχειλο, με το επάνω χείλος ακέραιο ή δισχιδές και το κάτω τρίλοβο. Τα άνθη, έχουν τη διάταξη ψευδοσπονδύλων, που σχηματίζουν στάχτες στην κορυφή ή κατά μήκος των βλαστών και διαθέτουν 4 στήμονες. Άλλο χαρακτηριστικό των χ. είναι οι αδενώδεις τρίχες ή αδένες τους, που περιέχουν αιθέρια έλαια, γι’ αυτό και περιλαμβάνονται σε αυτά πολλά αρωματικά φυτά.
Από τα χρησιμότερα και αξιολογότερα χ. αναφέρουμε: το δεντρολίβανο (ροσμαρίνος ο φαρμακευτικός), τη φασκομηλιά (σάλβια η φαρμακευτική), τη ρίγανη (ερίγανο το κοινό), τη μαντζουράνα (ορίγανο η μαντζουράνα), το θυμάρι (θύμος ο κεφαλωτός), τη λεβάντα (λαβαντούλα η σταχυώδης), τη μέντα (μέντα η πιπερώδης). Πολλά χ. έχουν ποικιλόχρωμα άνθη και είναι αυτοφυή στα λιβάδια και στα δάση, όπως η αγιούκα, το τεύκριο, ο στάχυς, η γλέχομα κ.ά.
Χειλανθή. Χαρακτηριστικό είδος.
* * *τα, Νβοτ. άλλη ονομασία τής μεγάλης οικογένειας αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών λαμιίδες, ονομασία που οφείλεται στη δομή τού άνθους τών φυτών της.[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. επιστημον. όρου, πρβλ. νεολατ. labiatae].
Dictionary of Greek. 2013.